Η Μάγκι και το BigMac – Ένας συνδυασμός που σκοτώνει

Όλοι γνωρίζουμε ότι υπάρχει επιδημία παχυσαρκίας: Δεν μπορείς να διαβάσεις εφημερίδα ή να ανοίξεις την τηλεόραση χωρίς να πέσεις σε κάποια στατιστική, όπου τα 2/3 από εμάς είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι, καθώς και στα τεράστια ποσά από τον προϋπολογισμό του Εθνικού Συστήματος Υγείας δαπανώνται για τη θεραπεία ασθενειών που σχετίζονται με την παχυσαρκία. Αλλά από πού αρχίζουν όλα και πώς συνέβησαν; Δεν ακούμε συχνά για αυτό. Μια φορά κι έναν καιρό πριν από 40 χρόνια η συντριπτική πλειονότητα από εμάς ήταν αδύνατοι. Όταν ήμουν στο γυμνάσιο, τη δεκαετία του εβδομήντα, υπήρχε μόνο ένα χοντρό αγόρι από τα 30 στην τάξη μου.

Στη συνέχεια, το 1974, όλα αυτά άρχισαν να αλλάζουν, καθώς συνέβησαν δύο πολύ σημαντικά πράγματα: Οι Συντηρητικοί έχασαν τον δεύτερο γύρο των γενικών εκλογών, πράγμα που σήμαινε ότι η Θάτσερ αναλάμβανε την ηγεσία τους, ενώ τον Οκτώβριο τα McDonald’s άνοιξαν το πρώτο υποκατάστημά τους στο Ηνωμένο Βασίλειο, στο Γούλγουιτς, στα νότια του Λονδίνου.

Αυτά τα δύο φαινομενικά άσχετα γεγονότα θα έχουν τεράστιο αντίκτυπο στις διατροφικές συνήθειες της χώρας. Μέχρι τη στιγμή που η Θάτσερ έγινε πρωθυπουργός το 1979, τα McDonald’s εξαπλώνονταν. Το πρώτο και τελευταίο μου γεύμα McDonald’s το πήρα από ένα υποκατάστημα κοντά στον σταθμό Βικτόρια, λίγο πριν γίνω χορτοφάγος (η γεύση του ήταν απαίσια!).

Το 1982 τα McDonald’s μετέφεραν την έδρα τους στο Ηνωμένο Βασίλειο και συγκεκριμένα στο Φίντσλεϊ, την εκλογική περιφέρεια της Θάτσερ, η οποία την επόμενη χρονιά τους έκανε τα εγκαίνια. Οι δυο τους μοιράζονταν το ίδιο κερδοσκοπικό ήθος. Ήταν η εποχή που οι Συντηρητικοί εργάζονταν για «λιγότερο κράτος», το οποίο σήμαινε ευκαιρίες για τις εταιρείες fast food που άνοιγαν υποκαταστήματα στις κεντρικές λεωφόρους. Ένα από τα πρώτα πράγματα που έκαναν οι Συντηρητικοί μετά την εκλογή τους, ήταν να καταργήσουν τα διατροφικά πρότυπα των σχολικών γευμάτων.

Από τότε και έπειτα η παχυσαρκία άρχισε να απογειώνεται, με βραδείς ρυθμούς στην αρχή, βέβαια, χωρίς να γίνει εύκολα αντιληπτή από τον κόσμο. Η δεκαετία του ’80 ήταν ούτως ή άλλως η δεκαετία του άκρατου υλισμού και των fast food που ταίριαζε απόλυτα με τον ανταγωνιστικό τρόπο ζωής. Η Θάτσερ λάτρευε τα McDonald’s και τα επισκέφτηκε και πάλι το 1989, στην 10η επέτειό της ως πρωθυπουργός.

Αυτή τη φορά, όμως, η εταιρεία βρισκόταν υπό συνεχείς πιέσεις από διάφορες ομάδες – περιβαλλοντικές, αντικαπιταλιστικές, για τα δικαιώματα των ζώων και συνδικάτα. Μια ομάδα τα συνδύασε όλα αυτά σε μια δυναμική καμπάνια: αυτή η ομάδα ήταν η London Greenpeace. Η συγκεκριμένη ομάδα, που δεν είχε καμία σχέση με την γνωστή Greenpeace, ήταν, όπως δηλώνει και το όνομά της, μια ομάδα ανθρώπων από το Λονδίνο που αγωνίζονταν για την ριζοσπαστική κοινωνική αλλαγή.

Αν και αρχικά ασχολήθηκε με αντιπυρηνικές και φιλειρηνικές καμπάνιες, από τη δεκαετία του ’80 ήταν κομμάτι του ανερχόμενου κινήματος της απελευθέρωσης των ζώων και του πράσινου αναρχισμού. Το 1985 η ομάδα ξεκίνησε την εκτύπωση και διανομή φυλλαδίων και αφισών anti-MuckDonald’s και κάλεσε ως ημέρα δράσης την 16η Οκτωβρίου – την Παγκόσμια Ημέρα Διατροφής.

Εν τω μεταξύ, το γεγονός ότι τα κεντρικά γραφεία της εταιρείας –ένα τερατώδες οικοδόμημα στολισμένο με χρυσές αψίδες, που είχαν μέσα ακόμα και «πανεπιστήμιο Χάμπεργκερ»– είχαν κάνει την εμφάνισή τους στον Finchley Road, ακριβώς δίπλα από τον σταθμό του μετρό, δεν πέρασε απαρατήρητο. Τον ίδιο χρόνο που έγινε η πρώτη μέρα δράσης ενάντια στα McDonald’s, δύο νεαροί από το στρατόπεδο της απελευθέρωσης των ζώων προσπάθησαν να βάλουν φωτιά στο κτίριο αλλά συνελήφθησαν. Φυλακίστηκαν και οι δύο.

Ύστερα από δύο χρόνια, η London Greenpeace αποφάσισε να επικεντρώσει τις δράσεις που έκανε την Παγκόσμια Ημέρα Διατροφής στα κεντρικά γραφεία των McDonald’s. Με το πέρασμα των χρόνων πραγματοποιήθηκαν πολλές διαμαρτυρίες, ενώ παίχτηκε ακόμα και ένα θέατρο δρόμου όπου ένας σωσίας του Ronald McDonald έσφαζε μια ψεύτικη αγελάδα μπροστά στους περαστικούς.

Στα τέλη της δεκαετίας του ’80, ο Sid Nicholson, επικεφαλής της ασφάλειας των McDonald’s, εθεάθη να παρακολουθεί τη διαμαρτυρία μαζί με έναν αστυνομικό του Ειδικού Τμήματος. Αυτός ο μπάτσος ήταν γνωστός για τη στοχοποίηση διαδηλωτών από το κίνημα για τα δικαιώματα των ζώων και αναμφίβολα σύλλεγε λεπτομέρειες για τους ανθρώπους που διαδήλωναν εναντίον του κολοσσού των μπέργκερ.

Ύστερα από έναν περίπου χρόνο, έγινε μήνυση σε πέντε ακτιβιστές της London Greenpeace για συκοφαντική δυσφήμιση. Σύντομα γνωστοποιήθηκε ότι τα McDonald’s είχαν βάλει κατασκόπους μέσα στην ομάδα για να συλλέξουν πληροφορίες σχετικά με τους ακτιβιστές, αλλά μόνο πολύ αργότερα, κατά τη διάρκεια της δίκης McLibel, αποκαλύφθηκε ότι τα McDonald’s και το Ειδικό Τμήμα είχαν ανταλλάξει πληροφορίες γι’ αυτούς. Η Helen Steel και ο Dave Morris μήνυσαν την αστυνομία και πήραν 10.000 λίρες ο καθένας με εξωδικαστική συμφωνία.

Αυτό όμως ήταν μόνο η αρχή: Το 2011 ήταν η χρονιά που αποκαλύφθηκε το μέγεθος της διείσδυσης των ασφαλιτών σε αυτή τη μικρή αναρχική κοινότητα. Δύο κατάσκοποι, από μια κορυφαία μυστική μονάδα του Ειδικού Τμήματος, που ονομάζεται Ειδική Ομάδα Διαδηλώσεων, ήταν ενεργά μέλη του κινήματος από το 1984 έως το 1992. Μάλιστα, ένας από αυτούς, ο Robert Lambert, είχε γράψει μέρος του κειμένου «What’s Wrong With McDonald’s», το οποίο ήταν και η αιτία της μήνυσης για συκοφαντική δυσφήμιση. Ο διάδοχός του, ο John Dines, όταν εκδόθηκαν τα εντάλματα ήταν ταμίας της ομάδας και συμμετείχε στις συζητήσεις μεταξύ των εναγομένων. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι παρείχε πληροφορίες στην Scotland Yard.

Τρεις δεκαετίες μετά, είναι πλέον εμφανές πόσο σοβαρή απειλή αποτέλεσε το κίνημα ενάντια στα McDonald’s. Για την Θάτσερ και τους Συντηρητικούς, το Big Mac ήταν το ισχυρό σύμβολο της κοινωνίας που επιθυμούσαν να δημιουργήσουν – μιας κοινωνίας χωρίς συνδικάτα, με χαμηλές αμοιβές, με αναλώσιμους εργάτες, που προωθεί το κυνήγι πλουτισμού και εκθειάζει το πρότυπο ενός κακόγουστου καταναλωτισμού, ενώ συμπεριφέρεται στο περιβάλλον και στα ζώα ως εμπορεύματα.

Όποιος στεκόταν εμπόδιο στα σχέδιά τους αποτελούσε απειλή. Το ίδιο και αυτή η μικρή κοινότητα, που κατά ένα μεγάλο μέρος της αποτελούνταν από ανέργους, καταληψίες και περιθωριακούς. Υπήρξαν συζητήσεις στα υψηλότερα κλιμάκια σχετικά με το πώς πρέπει να αντιμετωπιστούν αυτοί οι «εγκληματίες», για το πώς να αφανιστεί ο κίνδυνος από την ρίζα. Ο Sid Nicholson –με τις διασυνδέσεις του στην αστυνομία– ήταν ο ιδανικός μεσάζοντας ανάμεσα στα Mc Donald’s και τη Scotland Yard.

Όταν το 1989 η Θάτσερ επισκέφθηκε πάλι τα McDonald’s, ήταν την ίδια στιγμή που τα στελέχη της αποφάσιζαν να αναλάβουν δράση. Μήπως είχε συμμετάσχει και στην απόφαση χρησιμοποίησης μυστικών αστυνομικών για να διεισδύσουν στην London Greenpeace; Αυτό δεν μπορούμε να το γνωρίζουμε με βεβαιότητα, αλλά κάτι για το οποίο είμαστε βέβαιοι είναι η συνεργασία του κράτους και των McDonald’s για να φιμωθούν οι αντιδράσεις στο Big Mac – χωρίς όμως επιτυχία!

Πραγματιστικός ιδεαλισμός

Ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον κείμενο του Ρίτσαρντ Στάλμαν σχετικά με την ιδεαλιστική πλευρά του ελεύθερου λογισμικού. Ως βάση για τη μετάφραση πάρθηκε μια απόδοση του αρχικού κειμένου που δημοσιεύτηκε στο φόρουμ της Ένωσης Ελλήνων Χρηστών και Φίλων Ελεύθερου Λογισμικού και Λογισμικού Ανοιχτού Κώδικα.

—–

Κάθε απόφαση που παίρνει κάποιος πηγάζει από τις προσωπικές του αρχές και στόχους. Οι άνθρωποι μπορούν να έχουν διάφορους στόχους και αξίες: η φήμη, το κέρδος, η αγάπη, η επιβίωση, διασκέδαση και η ελευθερία, απλά αντιπροσωπεύουν κάποιους από τους στόχους που μπορεί να έχει ένας καλός άνθρωπος. Όταν ο στόχος είναι ζήτημα αρχών, τότε τον αποκαλούμε ιδεαλισμό.

Το έργο μου στο ελεύθερο λογισμικό έχει σαν κίνητρο έναν ιδεαλιστικό στόχο: τη διάδοση της ελευθερίας και της συνεργασίας. Θέλω να ενθαρρύνω τη διάδοση του ελεύθερου λογισμικού αντικαθιστώντας το ιδιόκτητο λογισμικό που απαγορεύει τις συνεργασίες, κάνοντας κατ’ αυτό τον τρόπο την κοινωνία μας καλύτερη.

Αυτός είναι και ο βασικός λόγος για τον οποίο η Γενική Άδεια Δημόσιας Χρήσης (GPL) GNU γράφτηκε έτσι – ως copyleft. Όλος ο κώδικας που προστίθεται σε ένα πρόγραμμα το οποίο καλύπτεται από άδεια GPL πρέπει κι αυτός να είναι ελεύθερο λογισμικό, ακόμη και αν είναι τοποθετημένος σε ξεχωριστό αρχείο. Καθιστώ τον κώδικά μου διαθέσιμο προς χρήση ως ελεύθερο λογισμικό και όχι ως ιδιόκτητο λογισμικό, με σκοπό να ενθαρρύνω κι άλλους ανθρώπους που φτιάχνουν προγράμματα να κάνουν το ίδιο. Συμπεραίνω ότι αφού οι προγραμματιστές του ιδιόκτητου λογισμικού χρησιμοποιούν το copyright για να μας εμποδίσουν να μοιραζόμαστε, εμείς οι συνεργαζόμενοι μπορούμε να χρησιμοποιούμε το copyright για να δίνουμε ένα πλεονέκτημα σε άλλους συνεργαζόμενους: να μπορούν να χρησιμοποιήσουν τον δικό μας κώδικα.

Δεν έχουν βέβαια αυτόν το σκοπό όλοι όσοι χρησιμοποιούν την άδεια GNU GPL. Πριν από πολλά χρόνια, ζήτησαν από έναν φίλο μου να επανακυκλοφορήσει ένα πρόγραμμα που βρισκόταν υπό copyleft κάτω από μη copyleft όρους και εκείνος απάντησε λίγο πολύ ως εξής: «Κάποιες φορές εργάζομαι πάνω σε ελεύθερο λογισμικό, ενώ άλλες φορές σε ιδιόκτητο λογισμικό – όταν όμως δουλεύω πάνω σε ιδιόκτητο λογισμικό, αναμένω πως θα πληρωθώ».

Ήταν πρόθυμος να μοιραστεί τη δουλειά του με μια κοινότητα που μοιράζεται λογισμικό, δεν έβλεπε όμως κανέναν λόγο να βοηθήσει μια επιχείρηση να φτιάξει προϊόντα που θα ήταν μη προσβάσιμα από την κοινότητά μας. Ο σκοπός του ήταν διαφορετικός από τον δικό μου, αποφάσισε ωστόσο ότι η GNU GPL του ήταν χρήσιμη και για αυτό τον σκοπό.

Αν θέλετε να πετύχετε κάτι σ’ αυτό τον κόσμο, ο ιδεαλισμός δεν αρκεί – πρέπει να επιλέξετε μια μέθοδο που να μπορεί να πετύχει τον στόχο. Με άλλα λόγια, πρέπει να είστε «πραγματιστές». Είναι πραγματιστική η GPL; Ας εξετάσουμε τα αποτελέσματά της.

Ας δούμε το GNU C++. Γιατί έχουμε έναν ελεύθερο μεταγλωττιστή C++; Μόνο και μόνο γιατί η GNU GPL είπε πως έπρεπε να είναι ελεύθερος. Η GNU C++ δημιουργήθηκε από μια κοινοπραξία βιομηχανιών, την MCC, αρχίζοντας με τον μεταγλωττιστή GNU. Η εταιρεία MCC συνήθως κάνει τα έργα της όσο το δυνατόν πιο ιδιόκτητο. Ωστόσο, το C++ front end βγήκε ως ελεύθερο λογισμικό, γιατί η GNU GPL λέει πως αυτός ήταν ο μόνος τρόπος με τον οποίο θα μπορούσαν να το κυκλοφορήσουν. Το C++ front end περιελάμβανε πολλά νέα αρχεία αλλά επειδή προοριζόταν να συνδεθούν με τον GCC, η GPL εφαρμόσθηκε και σε αυτά. Το πλεονέκτημα για την κοινότητά μας είναι προφανές.

Ας δούμε τη GNU Objective C. Η NeXT αρχικά θέλησε να κάνει αυτό το front end ιδιόκτητο. Πρότειναν να την κυκλοφορήσουν σε μορφή αρχείων .o και στη συνέχεια οι χρήστες να τη συνδέσουν με τον υπόλοιπο GCC, νομίζοντας πως αυτό θα μπορούσε να είναι ένας τρόπος παράκαμψης των απαιτήσεων της GPL. Ο δικηγόρος μας, όμως, είπε πως αυτό δεν θα ξέφευγε από τις απαιτήσεις και πως δεν επιτρεπόταν. Έτσι λοιπόν έκαναν το front end της Objective C ελεύθερο λογισμικό.

Αυτά τα παραδείγματα συνέβησαν πριν από πολλά χρόνια, η GNU GPL όμως συνεχίζει να μας φέρνει όλο και περισσότερο ελεύθερο λογισμικό.

Πολλές βιβλιοθήκες GNU καλύπτονται υπό την άδεια GNU Lesser General Public License, αλλά όχι όλες. Μια βιβλιοθήκη GNU που καλύπτεται με τη συνηθισμένη GNU GPL είναι η Readline, η οποία εφαρμόζει επεξεργασία σε γραμμή εντολών. Κάποτε βρήκα ένα μη ελεύθερο πρόγραμμα σχεδιασμένο να χρησιμοποιεί την Readline και είπα στον προγραμματιστή πως αυτό δεν επιτρέπονταν. Θα μπορούσε να βγάλει την επεξεργασία γραμμής εντολών εκτός προγράμματος, αλλά εκείνο που έκανε, στην πραγματικότητα, ήταν να το εκδόσει υπό άδεια GPL. Τώρα, είναι και αυτό ελεύθερο λογισμικό.

Οι προγραμματιστές που έγραψαν βελτιώσεις για τον GCC (ή τον Emacs ή το Bash ή το Linux ή για οποιοδήποτε πρόγραμμα υπό άδεια GPL) χρησιμοποιούνται συχνά από εταιρείες ή από πανεπιστήμια. Όταν ο προγραμματιστής θέλει να επιστρέψει τις βελτιώσεις του στην κοινότητα και να δει τον κώδικά του στην επόμενη έκδοση, τότε το αφεντικό του μπορεί να πει: «Για στάσου λίγο – ο κώδικάς σου ανήκει σε εμάς! Δεν θέλουμε να τον μοιραστούμε. Αποφασίσαμε να μετατρέψουμε την βελτιωμένη σας έκδοση σε προϊόν ιδιόκτητου λογισμικού».

Εδώ έρχεται προς βοήθεια η GNU GPL. Ο προγραμματιστής δείχνει στο αφεντικό ότι αυτό το προϊόν ιδιόκτητου λογισμικού θα συνιστούσε παραβίαση του copyright και το αφεντικό του συνειδητοποιεί πως έχει μόνο δύο επιλογές: ή να εκδόσει τον νέο κώδικα ως ελεύθερο λογισμικό ή να μην τον κυκλοφορήσει καθόλου. Σχεδόν πάντοτε επιτρέπει στον προγραμματιστή να κάνει αυτό που σκόπευε από την αρχή και ο κώδικας ενσωματώνεται στην επόμενη έκδοση.

Η άδεια GNU GPL δεν είναι «το καλό παιδί». Λέει όχι σε κάποια πράγματα που ενίοτε θέλουν να κάνουν οι άνθρωποι. Υπάρχουν χρήστες που λένε ότι αυτό είναι κακό πράγμα – ότι η GPL «αποκλείει» κάποιους προγραμματιστές ιδιόκτητου λογισμικού που «πρέπει να έρθουν στην κοινότητα ελεύθερου λογισμικού». Ωστόσο, δεν τους αποκλείουμε από την κοινότητά μας. Εκείνοι επιλέγουν να μην εισέλθουν. Η απόφασή τους να κάνουν ιδιόκτητο λογισμικό είναι μια απόφαση που τους αφήνει έξω από την κοινότητά μας. Το να είναι κάποιος μέσα στην κοινότητά μας σημαίνει να ενώνεται συνεργατικά μαζί μας. Εμείς δεν μπορούμε να τους «φέρουμε στην κοινότητά μας» αν εκείνοι δεν θέλουν να έρθουν.

Εκείνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να τους προσφέρουμε ένα κίνητρο για να έρθουν. Η GNU GPL σχεδιάσθηκε για να να παρέχει ένα τέτοιο κίνητρο από το υπάρχον λογισμικό μας: «Αν κάνετε το λογισμικό σας ελεύθερο, τότε μπορείτε να χρησιμοποιήσετε αυτό τον κώδικα». Φυσικά, αυτό δεν θα τους πάρει όλους με το μέρος μας, αλλά, μερικές φορές κερδίζει κάποιους.

Η ανάπτυξη ιδιόκτητου λογισμικού δεν συνεισφέρει τίποτε στην κοινότητά μας, αν και οι προγραμματιστές του συχνά θέλουν παροχές από εμάς. Οι χρήστες ελεύθερου λογισμικού προσφέρουν στους προγραμματιστές ελεύθερου λογισμικού ισχυρά κίνητρα για το εγώ τους –αναγνώριση και ευγνωμοσύνη– ωστόσο είναι μεγάλος πειρασμός όταν μια επιχείρηση σου λέει: «Άσε μας απλά να βάλουμε το πακέτο σου στο δικό μας ιδιόκτητο πρόγραμμα και το λογισμικό σου θα χρησιμοποιηθεί από πολλές χιλιάδες ανθρώπους!». Ο πειρασμός μπορεί να είναι μεγάλος, αλλά αν του αντισταθούμε μακροπρόθεσμα θα είμαστε σε καλύτερη θέση.

Ο πειρασμός και η πίεση αναγνωρίζονται πιο δύσκολα όταν έρχονται έμμεσα, μέσα από οργανώσεις ελεύθερου λογισμικού που υιοθέτησαν την τακτική να φροντίζουν και το ιδιόκτητο λογισμικό. Το X Consortium (και ο διάδοχός του, το Open Group) προσφέρει ένα παράδειγμα: με χρηματοδότηση από εταιρείες που φτιάχνουν ιδιόκτητο λογισμικό, αγωνίστηκαν επί χρόνια να πείσουν τους προγραμματιστές να μη χρησιμοποιούν copyleft. Όταν το Open Group προσπάθησε να κάνει το X11R6.4 μη ελεύθερο λογισμικό, όσοι από εμάς αντισταθήκαμε στην πίεση το κάναμε με χαρά.

Τον Σεπτέμβρη του 1998, πολλούς μήνες μετά την κυκλοφορία του X11R6.4 με μη ελεύθερους όρους διανομής, το Open Group αντέστρεψε την απόφασή του και το επανακυκλοφόρησε υπό την ίδια noncopyleft άδεια ελεύθερου λογισμικού που είχε χρησιμοποιηθεί για το X11R6.3. Σε ευχαριστούμε, Open Group, αλλά αυτή η όψιμη μεταστροφή δεν ακυρώνει τα συμπεράσματα που βγάλαμε από το γεγονός ότι η προσθήκη περιορισμών ήταν εφικτή.

Μιλώντας πραγματιστικά, η σκέψη μακροπρόθεσμων στόχων θα ισχυροποιήσει τη θέλησή σας να αντισταθείτε σε αυτή την πίεση. Αν εστιάζετε το μυαλό σας στην ελευθερία και στην κοινότητα που μπορείτε να χτίσετε παραμένοντας σταθεροί, τότε θα βρείτε τη δύναμη για να το κάνετε. «Πάρτε θέση υπέρ κάποιου πράγματος, ειδάλλως θα πέσετε άσκοπα».

Και αν οι κυνικοί γελοιοποιούν την ελευθερία και την κοινότητα… αν οι «σκληροπυρηνικοί ρεαλιστές» λένε ότι το μόνο ιδεώδες είναι το κέρδος… απλά αγνοήστε τους και χρησιμοποιήστε το copyleft παντού.

Λευτεριά σε όλους

Κείμενο που μοιράστηκε χέρι με χέρι στην κατάληψη Villa Amalias σε μια συναυλία τον Δεκέμβριο του 2003 από δύο τοξικοεξαρτημένα άτομα. Αναδημοσιεύεται σε αυστηρή αντιγραφή.

ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΣΕ ΟΛΟΥΣ….

05/12/2003

ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΣΕ ΟΛΟΥΣ……
ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΚΑΘΕΝΑ ΞΕΧΩΡΙΣΤΑ ΠΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟ ΠΟΥ ΕΠΙΘΥΜΕΙ `Η ΑΛΛΙΩΣ. ΠΟΙΟΣ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ! ΟΠΩΣ ΕΧΟΥΜΕ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΝΑ ΠΑΝΤΡΕΥΟΜΑΣΤΕ ΚΑΙ ΝΑ ΓΕΝΝΑΜΕ ΠΑΙΔΙΑ ΕΤΣΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΧΟΥΜΕ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΘΑΝΑΤΟ. ΓΙΑΤΙ ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΟΤΑΝ ΓΕΝΝΙΕΤΑΙ ΔΕ ΤΟ ΡΩΤΑΕΙ ΚΑΝΕΙΣ ΑΝ ΘΕΛΕΙ. ΤΟ ΙΔΙΟ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΙ ΟΤΑΝ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΠΕΘΑΝΕΙ. ΔΕΝ ΤΟ ΡΩΤΑΕΙ ΚΑΝΕΙΣ. ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΤΑ ΚΕΛΙΑ ΤΩΝ ΦΥΛΑΚΩΝ, ΤΩΝ ΨΥΧΙΑΤΡΕΙΩΝ, ΤΩΝ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΩΝ, ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΤΑ ΣΥΓΧΡΟΝΑ, ΑΝΕΤΑ ΦΕΡΕΤΡΑ ΤΩΝ ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΩΝ. ΕΧΟΥΜΕ ΔΙΑΚΛΑΔΩΘΕΙ Μ` ΕΝΑ ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΠΟ ΚΥΛΙΩΜΕΝΕΣ ΣΚΑΛΕΣ ΜΙΑ ΠΟΛΗ ΔΙΚΤΥΟ, ΑΠΟ ΚΑΛΩΔΙΑ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΙΚΑ ΣΥΡΜΑΤΑ. ΒΡΙΣΚΟΜΑΣΤΕ ΣΤΟ 2003 ΚΑΙ ΑΚΟΜΑ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΥΠΟΦΕΡΟΥΝΕ ΧΩΡΙΣ ΕΥΘΑΝΑΣΙΑ ΚΑΙ ΕΙΝΑΙ ΣΑ ΝΑ ΖΟΥΜΕ ΣΤΟ ΜΕΣΑΙΩΝΑ. ΜΕ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΜΕΓΑΛΩΝΟΝΤΑΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΧΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ ΕΝΩ ΕΙΜΑΣΤΕ ΥΠΟΧΡΕΩΜΕΝΟΙ ΝΑ ΠΕΘΑΙΝΟΥΜΕ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΑ ΣΤΑ ΓΗΡΑΤΕΙΑ. ΟΣΟ ΓΕΡΝΩ ΜΠΟΥΣΟΥΛΩ ΜΕ ΤΑ ΤΕΣΣΕΡΑ, ΤΑ ΤΡΟΧΟΦΟΡΑ ΜΕ ΠΡΟΣΠΕΡΝΟΥΝ. Ο ΚΟΣΜΟΣ ΣΑΠΙΖΕΙ ΜΕΣΑ ΚΑΙ ΕΞΩ ΑΠ` ΤΑ ΚΕΛΙΑ, ΟΛΟΜΟΝΑΧΟΣ ΜΕΣΑ ΣΤΑ ΨΥΧΙΚΑ ΚΙ ΣΩΜΑΤΙΚΑ ΤΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΠΕΘΑΙΝΕΙ ΑΝΥΜΠΟΡΟΣ. Π.Χ. ΦΥΛΑΚΙΣΜΕΝΟΙ, ΤΡΟΦΙΜΟΙ ΨΥΧΙΑΤΡΕΙΟΥ, ΣΩΜΑΤΙΚΑ ´Η ΨΥΧΙΚΑ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ´Η ΤΟΞΙΚΟΜΑΝΕΙΣ. ΟΙ ΚΑΘΥΣΗΧΑΣΜΕΝΟΙ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΖΟΥΝΕ ΝΟΜΙΖΟΝΤΑΣ ΟΤΙ Η ΕΥΘΑΝΑΣΙΑ ΕΙΝΑΙ ΑΜΑΡΤΙΑ. Η ΕΥΘΑΝΑΣΙΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΑΜΑΡΤΙΑ, ΕΙΝΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ. ΜΗ ΠΙΝΕΤΕ ΑΔΙΚΑ ΠΡΕΖΑ ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΘΑΡΗ ΚΑΙ ΔΕΝ ΠΕΘΑΙΝΕΤΕ. ΤΕΡΜΑ ΤΑ ΨΕΜΑΤΑ, Ο ΚΑΘΕΝΑΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΝΑ ΚΑΝΕΙ ΕΥΘΑΝΑΣΙΑ ΟΠΟΙΟΣ ΚΑΙ ΑΝ ΕΙΝΑΙ, ΔΩΡΕΑΝ ΚΑΙ ΧΩΡΙΣ ΠΟΝΟ. ΜΟΝΟ ΜΕ ΤΗ ΔΙΚΗ ΤΟΥ ΕΥΘΥΝΗ. Η ΕΥΘΑΝΑΣΙΑ, ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΜΕ ΥΠΝΩΤΙΚΗ ΕΝΕΣΗ ΠΟΥ ΣΤΑΜΑΤΑΕΙ ΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΣΤΟΝ ΥΠΝΟ. ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΤΟ ΠΤΩΜΑ ΝΑ ΑΠΟΤΕΦΡΩΝΕΤΑΙ. ΚΑΙ ΣΕ ΟΠΟΙΑ ΗΛΙΚΙΑ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΘΕΛΕΙ. ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΑΤΟΜΑ ΠΟΥ ΔΕ ΘΕΛΟΥΝ ΟΥΤΕ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ, ΟΥΤΕ ΤΡΟΦΗ, ΟΥΤΕ ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ, ΓΟΥΣΤΑΡΟΥΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΑΙ ΕΥΘΑΝΑΣΙΑ. ΜΗ ΤΟΥΣ ΕΜΠΟΔΙΖΕΤΕ ΑΛΛΟ. ΤΟ ΦΑΡΜΑΚΟ ΤΗΣ ΑΝΩΔΥΝΗΣ ΕΥΘΑΝΑΣΙΑΣ, ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΟΥΛΙΕΤΑΙ ΣΕ ΟΛΑ ΤΑ ΠΕΡΙΠΤΕΡΑ. ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΣΕ ΟΣΟΥΣ ΕΙΝΑΙ ΣΤΑ ΚΕΛΙΑ ΨΥΧΙΚΑ ΚΑΙ ΣΩΜΑΤΙΚΑ, ΛΕΥΚΑ ΚΑΙ ΧΡΩΜΑΤΙΣΤΑ, ΤΣΙΜΕΝΤΕΝΙΑ ´Η ΑΟΡΑΤΑ. ΒΓΑΛΤΟ ΚΑΙ ΕΣΥ ΦΩΤΟΤΥΠΙΕΣ ΚΑΙ ΜΟΙΡΑΣΕ ΤΟ ΣΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ.

ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΣΤΟΥΣ ΦΥΛΑΚΙΣΜΕΝΟΥΣ ΤΗΛΕΘΕΑΤΕΣ
«ΑΔΙΕΞΟΔΟ»

Τα πρόβατα έχουν άποψη

Πώς είναι να δέχεται κάποιος αναγκαστική σίτιση

Αγγλία, δεύτερη δεκαετία του προηγούμενου αιώνα. Οι Σουφραζέτες δίνουν τη μάχη τους απαιτώντας εκλογικά δικαιώματα. Το κράτος είναι ανένδοτο και οι Σουφραζέτες αρχίζουν τους εμπρησμούς επιλεγμένων στόχων, με αποτέλεσμα να καταλήξουν έγκλειστες κατά εκατοντάδες. Μέσα από τις φυλακές θα κλιμακώσουν τον αγώνα τους με μαζικές απεργίες πείνας. Η αγγλική κυβέρνηση, για να αποφύγει τη δημιουργία μαρτύρων, υποχρεώνει τις διαμαρτυρόμενες γυναίκες σε αναγκαστική σίτιση. Στην άλλη μεριά του Ατλαντικού, η Αμερικανίδα Djuna Barnes θα αναλάβει το 1914 να γράψει ένα άρθρο για το περιοδικό «World Magazine» πάνω στο ζήτημα της αναγκαστικής σίτισης, για τις ανάγκες του οποίου θα υποβληθεί και η ίδια σε αναγκαστική σίτιση.

Η μέθοδος που υποχρέωναν τις γυναίκες σε αναγκαστική σίτιση στην Αγγλία διέφερε από αυτή που βίωσε η Barnes στην Αμερική, καθώς στην Αγγλία τις έβαζαν ένα μεταλλικό φίμωτρο το οποίο προκαλούσε ζημιές στα δόντια και τα σαγόνια, αλλά και αφόρητο πόνο. Πολλές γυναίκες, μην αντέχοντας τον πόνο της αναγκαστικής σίτισης, άρχιζαν να λαμβάνουν πάλι τροφή από μόνες τους.

Μαίρη Γόλστονκραφτ

 

 

 

 

 

 

Υπέστησα αναγκαστική σίτιση!

Για όποιον αναρωτιέται τι σχέση έχει αυτό το γεγονός με ό,τι άλλο συμβαίνει στη ζωή μου, θα πω πως για εμένα αυτό ήταν ένα πείραμα. Στη φαντασία μου, ήταν απλά τραγικό. Ωστόσο, προσφέρει αισθήσεις αρκετά οδυνηρές, οι οποίες μπορούν να εξαναγκάσουν την κατανόηση ορισμένων σύγχρονων φαινομένων.

Η αίθουσα στην οποία με πήγαν ήταν μεγάλη και αμυδρά φωτισμένη. Μπορούσα να ακούσω τον γιατρό να περπατάει μπροστά μου, να βαδίζει όπως βαδίζουν όλοι οι γιατροί, με αυτό το κάπως αφελές βάδισμα που έχουν τα άλογα όταν επιστρέφουν από τις κηδείες. Δεν είναι θλιβερό ή πένθιμο βάδισμα· ίσως προβάλλει μια κατεσταλμένη ικανοποίηση.

Κάθε λίγες στιγμές ένας εκ των τεσσάρων ανδρών που ακολουθούσαν γύριζε το κεφάλι του και με κοίταζε· Καθώς προχωρούσα, μια γυναίκα στις σκάλες με κοίταξε απορημένη – ίσως και με περιφρόνηση.

Με πήγαν σε ένα μεγάλο δωμάτιο. Είδα μπροστά μου ένα τραπέζι και αμέσως πέρασαν από το μυαλό μου οι επερχόμενοι πόνοι – ήταν το τραπέζι στο οποίο έπρεπε να ξαπλώσω.

Ο γιατρός άνοιξε την τσάντα του, έβγαλε μια βαριά λευκή ρόμπα, ένα μικρό άσπρο σκουφάκι κι ένα σεντόνι, και τα άφησε όλα πάνω στο τραπέζι.

Έξω από το παράθυρο υπήρχε η πόλη. Με έναν τρόπο επίπεδο, αδύναμο, συνεκτικό και την ίδια στιγμή ασυνάρτητα μονότονο, αντηχούσε το τραγούδι εκατομμυρίων μηχανών που έκαναν το κομμάτι που τους αντιστοιχούσε στο παγκόσμιο σύνολο. Και αυτή η ζωτική μουρμούρα μου προκαλούσε σύγχυση, μιας και αυτό που επρόκειτο να βιώσω σε λίγο δεν είχε τραγούδι.

Πρέπει να φερθώ αυστηρά επαγγελματικά, υπενθύμισα στον εαυτό μου. Αν αυτό είναι μια δοκιμασία, πρόκειται για μια δοκιμασία την οποία το φύλο μου γνωρίζει καλά αυτή την εποχή· άλλες γυναίκες το έχουν υποστεί υπό μια οξεία πραγματικότητα. Έχω σίγουρα το θάρρος που έχουν οι αδελφές μου; Στη συνέχεια σταθεροποίησα τον εαυτό μου. Τότε είδα φευγαλέα την αντανάκλαση τού προσώπου μου στο γυαλί. Ήταν αρκετά χλωμό· και κατάπινα με συσπάσεις.

Τότε ήταν που κατάλαβα ότι αυτό ο μακρύς κι ελαστικός κόκκινος σωλήνας είχε τρομοκρατήσει την ψυχή μου.

«Βοηθήστε την να κάτσει στο τραπέζι», είπε ο γιατρός.

Έδενε λεπτές ταινίες γύρω από το χέρι του και δοκίμαζε τα εργαλεία του. Πήρε την ελεύθερη άκρη του σεντονιού και άρχισε να με δένει: το τύλιξε γύρω μου επαναλαμβανόμενα, τύλιξε τα χέρια μου κολλητά στο σώμα μου και ύστερα τύλιξε το λαιμό μου, έτσι ώστε να μην μπορώ να κουνηθώ. Βρίσκομαι μέσα στις ίδιες άκαμπτες φόδρες που βρίσκεται και ένα πτώμα – άκαμπτες ίσιες φόδρες που απλώνονται πέρα από την όρασή μου. Μπορούσα να δω μόνο το φεγγίτη. Τα μάτια μου περιπλανήθηκαν, παρείσακτα σε ένα κόσμο που γνώριζαν.

Αυτή ήταν η πιο σύντονη στιγμή της ζωής μου.

Τρεις από τους άνδρες με πλησίασαν. Ο τέταρτος στεκόταν σε απόσταση, κοιτάζοντας τους δείκτες ενός ρολογιού που έρπονταν αργά. Με έπιασαν -όχι αγενώς, αλλά χωρίς καμία συμπόνια-, ο ένας από το κεφάλι και ο άλλος από τα πόδια, ενώ ο τρίτος είχε πέσει πάνω μου, κρατώντας τα χέρια μου πάνω στα ισχία μου.

Όλα τα προβλήματα της ζωή μου είχαν πλέον αναχθεί σε μία απλή πράξη: ή να καταπιώ ή να πνιγώ. Κι ενώ βρισκόμουν σε παθητική αντίσταση, μια παράξενη σκέψη περιπλανήθηκε στο βασανισμένο μου μυαλό: «Τουλάχιστον, αυτή η φωτογραφία δεν θα μπει ποτέ στο οικογενειακό άλμπουμ».

Αχ, αυτή η γελοία αναταραχή! υπενθύμισα στον εαυτό μου. Πώς μπορεί όμως να σε συνεπάρει η φαντασία! Η αλήθεια είναι ότι τα φώτα των παραθύρων -φωτογραφίες του ορίζοντα μιας πόλης- τα τείχη, οι άνθρωποι, όλα χάθηκαν όταν ο γιατρός έσκυψε. Τη στιγμή που ο γιατρός έφερε την λάμπα στο πρόσωπό μου για να εξετάσει το λαιμό μου, το σκοτάδι ξαφνικά μετατράπηκε σε μια κηλίδα φωτός, Ήθελε να βεβαιωθεί ότι ήμουν απόλυτα ικανή να καταπιώ.

Ψέκασε και τα δύο μου ρουθούνια με ένα μίγμα κοκαΐνης και απολυμαντικού. Όταν αυτό έφτασε στο λαιμό μου, ένιωσα ένα απίστευτο κάψιμο.

Δεν υπήρχε καμία πρόοδος σε αυτή μου την αναζήτηση. Πλέον είχα εγκαταλείψει τον εαυτό μου. Ήμουν ξαπλωμένη και μου φάνηκε πως πέρασαν χρόνια βλέποντας την κανάτα να υψώνεται στο χέρι του γιατρού και να κρέμεται σαν μια διαβολική, απάνθρωπη απειλή. Μέσα σε αυτό ήταν η υγρή τροφή που θα μου έδιναν. Ήταν γάλα, αλλά εγώ δεν μπορούσα να καταλάβω τι ήταν, γιατί όλα τα πράγματα είναι ίδια όταν φτάσουν στο στομάχι μέσα από ένα λαστιχένιο σωλήνα.

Ο γιατρός είχε εισάγει τον κόκκινο σωλήνα με τη χοάνη στην άκρη του, δια μέσου της μύτης μου, στο λαιμό μου. Μου είναι παντελώς αδύνατο να περιγράψω την αγωνία μου.

Τα χέρια πάνω από το κεφάλι μου έσφιξαν σαν μέγγενη και σαν απάντηση, τα χέρια που βρίσκονταν στους γοφούς μου και στα πόδια μου ασφάλισαν κι αυτά.

Ακάλεστα οράματα απόμακρων τρόμων χόρευαν τρελά στο μυαλό μου. Μου έφεραν τη φρικτή σκέψη του να πιαστώ στα πλοκάμια κάποιου τερατόμορφου ψαριού στα βάθη της τροπικής θάλασσας, καθώς το υγρό γινόταν αισθητό κατά τη διαδρομή του, μεταφερόμενο μέσα στις αμέτρητες και ατελείωτες διαδρομές που διέσχιζαν τη μύτη μου, τα αυτιά μου και τα εσωτερικά διάκενα του κεφαλιού μου. Ανυποψίαστα νεύρα έστειλαν εντολές πόνου που βασάνισαν την περιοχή του προσώπου και του στήθους μου. Τα ένιωσα να καίνε τη σπονδυλική μου στήλη. Να ανεβάζουν τους χτύπους της καρδιάς μου κατακόρυφα.

Πέρασε μια στιγμή που την ένιωσα σαν μια ώρα, και το υγρό είχε φτάσει το λαιμό μου. Ήταν παγωμένο, και εξίσου κρύος ιδρώτας ξέσπασε στο μέτωπό μου.

Η καρδιά μου ήταν ακόμα βυθισμένη στην ακανόνιστη, χωρίς νόημα κίνηση που αντανακλούσε το ηλιακό φως πάνω σε ένα τοίχο μέσα από έναν καθρέφτη. Εμφανίστηκε ένας μουντός πόνος και εξαπλώθηκε από τους ώμους μου σε όλη την πλάτη μου και στο στήθος μου.

Οι σπασμοί του στομαχιού μου είχαν σταματήσει εδώ και ώρα, το στομάχι είχε επέλθει σε απόλυτο κενό. Τα πράγματα γύρω μου άρχισαν να κινούνται ληθαργικά. Το ηλεκτρικό φως στα αριστερά μου κινήθηκε μουντά προς το ρολόι, το οποίο πήρε κλίση προς τα εμπρός για να το συναντήσει. Τα παράθυρα δεν μπορούσε να κρατηθούν ακίνητα. Κι εγώ, είχα αποσπαστεί και κουνιόμουν καθώς κουνιόταν και το δωμάτιο. Τα μάτια του γιατρού ήταν πάντα πάνω μου. Και τότε κατάλαβα ότι λιποθυμούσα. Έδωσα μάχη για να μην παραδοθώ. Ήταν μια μάταιη ανυπακοή στον εφιάλτη. Η απόλυτη απελπισία μου ήταν ένας πόνος. Αισθανόμουν μόνο το κεφάλι μου, τα πόδια μου και το σημείο που κάποιος με κρατούσε από τους γοφούς.

Το υγρό κυλούσε ακόμα από το σωλήνα στο λαιμό μου χωρίς αντίσταση. Ένιωθα την κάθε σταγόνα σαν ένα λίτρο, ένιωθα το κάθε λίτρο να γλιστράει πρώτα προς τα πάνω και μετά προς τα κάτω. Είχα εισέλθει σε ένα φυσικό μηχανισμό χωρίς τη δύναμη να αντιταχθώ ή να δυσανασχετήσω, προβάλλοντας την οργή της θέλησής μου.

Το πνεύμα είχε προδοθεί από την αδυναμία του σώματος. Να τη – η εξοργισμένη θέληση. Εάν εγώ, που έπαιζα ένα ρόλο, αισθάνθηκα την ύπαρξη μου να φλέγεται για εξέγερση σε αυτό το βάναυσο σφετερισμό των λειτουργιών μου, τι φλόγα μπορεί να αισθάνονται αυτές οι οποίες πραγματικά υπέστησαν τη δοκιμασία στη πιο φρικτή της μορφή, ισοπεδώνοντας τα πνεύματά τους;

Είδα στην υστερία μου ένα όραμα εκατοντάδων γυναικών που βρίσκονταν στα ζοφερά νοσοκομεία των φυλακών, δεμένες σε τραπέζια όπως αυτό, με ανάλγητους δεσμοφύλακες να τις κρατούν ακίνητες ενώ λευκοντυμένου γιατροί βάζουν πλαστικά σωληνάκια στα ευαίσθητα ρουθούνια τους και εισάγουν βίαια στα ανήμπορα σώματά τους την τροφή που θα τις διατηρήσει στη ζωή που τόσο πολύ ήθελαν να θυσιάσουν.

Η επιστήμη, λοιπόν, μας στερούσε το δικαίωμα να πεθάνουμε.

Το υγρό κυλούσε ακόμα από το σωλήνα στο λαιμό μου χωρίς αντίσταση.

Τόσο ανίκανο ήταν το σώμα μου, αναρωτήθηκα, που δεν μπορούσε να παλέψει άλλο; Δεν είχε η θέλησή μου τη δύναμη για να συστάλει εκείνο το στενό πέρασμα προς τη δεξαμενή της ζωής ώστε να φράξει το μισητό υγρό; Η σκέψη μου ψέλλισε μια επιθετική εντολή στους αδρανείς μυς. Αυτοί κατακυρίευσαν το λαιμό μου και με έπνιξαν. Δυσμενή ρίγη τίναξαν το σώμα μου.

«Πρόσεχε, θα πνιγείς», φώναξε ο γιατρός στο αυτί μου.

Υπήρχε το ενδεχόμενο του πνιγμού λοιπόν. Εάν βέβαια τα νεύρα υπάκουαν.

Κι αν κάποια επέμενε να πνιγεί; Τότε τι; Θα επέμεναν ανελέητα αυτοί οι ανάλγητοι δεσμοφύλακες και δουλοπρεπείς γιατροί; Ακόμα κι αν προκαλέσουν αυτό το ζοφερό θάνατο;

Σκεφτείτε το εξής παράδοξο: οι λευκές ρόμπες που υποτίθεται ότι επιτελούν το έργο της παράτασης της ζωής, σε αυτή την περίπτωση δεν θα διέφεραν από ένα σάβανο. Από ένα βαμβακερό κάλυμμα που σκεπάζει το ανυπάκουο θύμα.

Σίγουρα υπάρχουν όρια στην υποταγή, ακόμα και γι αυτούς που είναι υποχρεωμένοι να εκτελούν αυστηρά το νόμο. Τουλάχιστον δεν έχω ακούσει ποτέ για θάνατο κάποιας φεμινίστριας από πνιγμό.

Πλέον είχε τελειώσει. Σηκώθηκα όρθια, ταλαντευόμενη μπροστά στο φως που επέστρεφε. Είχα βιώσει τη μεγαλύτερη εμπειρία των πιο γενναίων ατόμων του φύλου μου. Τα βασανιστήρια και ο θυμός μου καψάλισαν το μυαλό. Στα χείλη μου δημιουργήθηκε μια θαμπή, άμορφη, βουβή οργή, αλλά το μόνο που έκανα ήταν να χαμογελάσω. Ο γιατρός είχε αφαιρέσει την πετσέτα από το πρόσωπό του. Το μικρό, κόκκινο μουστάκι στο πάνω χείλος του σχημάτισε μια γραμμή ευχάριστης κατανόησης. Είχε ξεχάσει τα πάντα, εκτός από το έργο. Οι τέσσερις άνδρες, έχοντας τελειώσει τους μικρούς τους ρόλους σε αυτή την μικρή τραγωδία, ήδη έβγαιναν από την πόρτα.

«Δεν υπάρχει άλλος τρόπος να δέσετε κάποιον;» ρώτησα. «Αυτό το πράγμα μοιάζει με-»

«Ναι, ξέρω», είπε ευγενικά.